“Περί δε γυμναστικής, σοφίαν λέγομεν ουδεμιάς ελάττω τέχνης…”

Η φυσική αγωγή στην Αρχαία Ελλάδα (Φιλοστράτου, Γυμναστικός, Κεφ. 1)

Πρωτότυπο: Περί δε γυμναστικής, σοφίαν λέγομεν ουδεμιάς ελάττω τέχνης, ώστε ες υπομνήματα ξυνθείναι τοις βουλεμένοις γυμνάζειν. Η μεν γαρ πάλαι γυμναστική Μίλωνας εποίει και Ιπποσθένας Πολυδάμαντάς τε και Προμάχους και Γλαύκον τον Δημύλου και τους προ τούτων έτι αθλητάς, τον Πηλέα δήπου και το Θησέα και τον Ηρακλέα αυτόν, η δε επί των πατέρων ήττους μεν η οίδε, θαυμασίους δε και μεμνήσθαι αξίους…

Μετάφραση: Προκειμένου τώρα για τη γυμναστική, επιστήμη τη λογαριάζομε ισάξια με τις άλλες, σαν τέτοια δηλ. μπορεί να περιληφθεί σε γενικούς συστηματικούς κανόνες, που να χρησιμοποιηθούν από όσους θέλουν να την ασκήσουν ως επάγγελμα. Και πρέπει να γίνει αυτό, γιατί όλοι ξέρομε ότι η μεν γυμναστική των μακρινών προγόνων μας παρουσίαζε αθλητάς σαν τον Μίλωνα και τον Ιπποσθένη και τον Πολυδάμαντα και τον Πρόμαχο και τον Γλαύκο το γιο του Δημύλου και τους προγενέστερους ακόμη από αυτούς, τον Πηλέα δηλ. και τον Θησέα και τον περίφημο Ηρακλή, η γυμναστική δε της εποχής των πατέρων μας κατώτερους βέβαια από αυτούς που είπαμε αθλητάς παρουσίαζε, αλλά κι αυτούς αξιοθαύμαστους και αξιομνημόνευτους….”

Μετάφραση Κ. Κιτρινιάρη (1961) [ Πηγή: Από την ιστοσελίδα Φυσική Αγωγή” ]

Χρονικό εκπαίδευσης στελεχών Φυσικής Αγωγής (από το 1834 μέχρι σήμερα)

Η νέα Ελληνική Πολιτεία θέσπισε το 1834 το μάθημα της Γυμναστικής στο πρωινό σχολικό πρόγραμμα, των πρώτων Δημοτικών Σχολείων με 2 ώρες την εβδομάδα. Υπήρχε και η δυνατότητα για τα παιδιά να συμμετέχουν σε 2 επιπλέον απογευματινά μαθήματα αθλητικής εκπαίδευσης κάθε Τετάρτη και Σάββατο.

Με το επόμενο ψήφισμα του 1862, η τότε Κυβέρνηση θέσπισε την υποχρεωτική γυμναστική σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης και το 1882 η υποχρεωτικότητα για σωματική άσκηση των μαθητών καθίστατο υποχρεωτική για 3 τουλάχιστον ώρες κάθε εβδομάδα.

• Το 1834 αρχίζει η εκπαίδευση των πρώτων στελεχών της Φυσικής Αγωγής. Η διδασκαλία για την τότε λεγόμενη σωμασκία άρχισε από το Γερμανό Λούντβικ Κόρκ, κατά εμπειρικό τρόπο, στο Γυμναστήριο του Ναυπλίου και συνεχίστηκε λίγο αργότερα από τον Γεώργιο Παγώντα.

• Από το 1862 τα στελέχη της Φυσικής Αγωγής προέρχονταν αποκλειστικά από τον «Λόχο των Πυροσβεστών».

• Το 1880 με απόφαση του Υπουργού Παιδείας εντάχθηκε η Φ.Α. ως υποχρεωτικό μάθημα στη Μέση Εκπαίδευση, με διάρκεια δύο ώρες κάθε εβδομάδα, και διορίστηκαν ο πρώτοι γυμναστές σε ορισμένα σχολεία της Αθήνας. Δύο χρόνια αργότερα οι ώρες αυξήθηκαν σε τρεις.

• Το 1882 ιδρύθηκε η πρώτη κρατική σχολή γυμναστών, η λειτουργία της οποίας ρυθμίστηκε και νομοθετικά πέντε χρόνια αργότερα, με το νόμο ΑΧΗ’. Ωστόσο, η εκπαίδευση που πρόσφερε διαρκούσε λίγες μόνο εβδομάδες (40 ημέρες) και η σχολή δε λειτουργούσε κάθε χρονιά.

• Το 1883 αγοράστηκαν όργανα γυμναστικής και έτσι ορισμένα σχολεία άρχισαν να διαθέτουν πια τα δικά τους στοιχειώδη γυμναστήρια. Η αγορά των οργάνων αποδεικνύει την υιοθέτηση του γερμανικού γυμναστικού συστήματος από τον Φωκιανό.

• Το 1893 προστέθηκαν στον προαναφερθέντα νόμο νέες διατάξεις που πρόβλεπαν την επαναλειτουργία της κρατικής σχολής με την ονομασία Ειδική Σχολή Γυμναστών.

• Μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και συγκεκριμένα, το 1897 ο χρόνος εκπαίδευσης των γυμναστών αυξήθηκε στα 2 χρόνια, ενώ το 1899 τέθηκαν περιορισμοί στην εισαγωγή των εκπαιδευόμενων γυμναστών που θα έπρεπε να είναι φοιτητές κάποιας άλλης σχολής, και μάλιστα τουλάχιστον δευτεροετείς. Η ρύθμιση αυτή ήταν αποτέλεσμα του νόμου ΒΧΚΑ’ του 1899, που θεωρείται η πρώτη συστηματική νομοθετική παρέμβαση για την οργάνωση των ζητημάτων που αφορούσαν τη Φ.Α. και συνολικά τον ελληνικό αθλητισμό.

• Επιπρόσθετα, με τον παραπάνω νόμο η Φ.Α. ορίστηκε ως υποχρεωτικό μάθημα και για τις τρεις βαθμίδες της εκπαίδευσης και προβλέφθηκε η δημιουργία ειδικού χώρου εκγύμνασης για κάθε σχολείο. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω διεργασιών το επόμενο έτος (1900) οι εβδομαδιαίες ώρες διδασκαλίας στα σχολεία αυξήθηκαν από τρεις σε πέντε!!! και διοργανώθηκαν οι πρώτοι μαθητικοί αγώνες των σχολείων της Αθήνας και του Πειραιά. Τέλος, σύμφωνα με το νόμο ΒΧΚΑ’ δύο γυμναστές θα στέλνονταν για διετή μετεκπαίδευση σε κάποια ευρωπαϊκή χώρα. Το 1899 ο Ιωάννης Χρυσάφης σπούδασε στη Σουηδία για δύο χρόνια στο περίφημο την εποχή εκείνη Ινστιτούτο της Στοκχόλμης.

• το 1907 ιδρύθηκε η στρατιωτική σχολή γυμναστών, το πρόγραμμα της οποίας στηριζόταν, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, στο σουηδικό μοντέλο. Δύο χρόνια αργότερα το Υπουργείο Παιδείας υιοθέτησε τη σουηδική γυμναστική

• Η Ειδική Σχολή Γυμναστών μετονομάζεται το 1918 σε «Διδασκαλείο της Γυμναστικής» και διευθυντής ορίζεται ο Ι. Χρυσάφης.

• Το 1929 το Διδασκαλείο της Γυμναστικής εντάσσεται με τον νόμο 4371/1929 στην Ανώτερη Εκπαίδευση.

• Το 1933 το Διδασκαλείο μετονομάζεται σε «Γυμναστική Ακαδημία» και η φοίτηση γίνεται τριετής.

• Το 1939, λίγο πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο με τον νόμο 2057/1939 η Γυμναστική Ακαδημία μετονομάζεται σε Εθνική Ακαδημία Σωματικής Αγωγής (ΕΑΣΑ) και στεγάζεται στη Δάφνη Αττικής. Ο νόμος προέβλεπε ότι η Ακαδημία θα ήταν Ανώτατη Σχολή. Όμως στην πράξη η ΕΑΣΑ δεν μπόρεσε να γίνει αυτοδιοικούμενο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και γι’ αυτό έμεινε ανώτερη Σχολή εποπτευόμενη από την Διεύθυνση Φυσικής Αγωγής της Μέσης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων.

• Το 1970, με το Ν.Δ.410/1970 ιδρύθηκε το παράρτημα της ΕΑΣΑ με έδρα τη Θεσσαλονίκη (στο νεόκτιστο τότε Αλεξάνδρειο Μέλαθρο) και με το ίδιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα.

• Μέχρι το 1975 η διάρκεια των σπουδών παρέμεινε 3 χρόνια, αλλά με το Π.Δ. 222/1975 τα έτη σπουδών αυξήθηκαν από το ακαδημαϊκό έτος 1975-76 σε τέσσερα. Οι φοιτητές που έλαβαν πτυχίο το 1979, μετά από τετραετή πλέον διάρκεια φοίτησης, ήσαν οι πρώτοι οι οποίοι έλαβαν δίπλωμα ειδικότητας, και αυτοί οι οποίοι πίεσαν, απαίτησαν και συνέβαλαν ώστε να “λάβει σάρκα και οστά” αυτό που προέβλεπε τουλάχιστον ο εν αχρηστία νόμος και η ΕΑΣΑ να γίνει “Ανώτατη και Επιστημονική” – αυτοδιοικούμενη και όχι εποπτευόμενη από τη Δ/νση Φ.Α του ΥπΕΠΘ – όπως και έγινε λίγα χρόνια αργότερα με το νόμο του 1982.

• Το 1982, με το νόμο πλαίσιο 1268/1982, άρθρο 47, ιδρύθηκαν στα Πανεπιστήμια των Αθηνών και Θεσσαλονίκης τα Τμήματα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (Τ.Ε.Φ.Α.Α.) Με το ΠΔ 107/1983 η Ε.Α.Σ.Α. Αθηνών και το παράρτημα της Θεσσαλονίκης εντάχθηκαν στα αντίστοιχα Πανεπιστήμια ως Τμήματα και από το ακαδημαϊκό έτος 1983-1984 άρχισαν τη λειτουργία τους. [Συγκεκριμένα για το Τ.Ε.Φ.Α.Α. Θεσσαλονίκης κατά την έναρξη της λειτουργίας του, λόγω καθυστερημένου διορισμού των πρώτων μελών ΔΕΠ, η διοίκηση του Τμήματος ανατέθηκε με απόφαση της Συγκλήτου σε πενταμελή προσωρινή διοικούσα επιτροπή. Από το 1984 το Τμήμα διοικείται από δική του Γενική Συνέλευση (ΓΣ).]

• Το 1983 (Π.Δ. 465/83) ιδρύθηκε το Τ.Ε.Φ.Α.Α. του Πανεπιστημίου Θράκης με έδρα την Κομοτηνή που άρχισε να λειτουργεί το 1984.

• Το 1986 άρχισε τη λειτουργία του το Τ.Ε.Φ.Α.Α. Σερρών ως παράρτημα του Τ.ΕΦ.Α.Α. Θεσσαλονίκης, το οποίο έγινε ανεξάρτητο Τμήμα το 1996.

• Το 1994 (Π.Δ. 177/93) λειτουργεί για πρώτη φορά το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού στα Τρίκαλα.

[ Πηγή: Από την ιστοσελίδα Φυσική Αγωγή” ]

Η Φυσική Αγωγή στο Σχολείο

Η φυσική αγωγή είναι συστατικό της δομής του σχολείου και της παιδείας η οποία «αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων» (Σύνταγμα Ελλάδος, Άρθρο 16, παρ. 2).
Δεν είναι ταυτόσημη έννοια με την φυσική δραστηριότητα διότι περιέχει μια ευρύτερη θεώρηση και εστιάζει σε ολόκληρο το παιδί, συμπεριλαμβανομένων των γνωστικών, συναισθηματικών και ψυχοκινητικών πτυχών του.

Η φυσική δραστηριότητα είναι αποτέλεσμα, περιεχόμενο και προϊόν των Αναλυτικών Προγραμμάτων Φυσικής Αγωγής, τα οποία συνάδουν με το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο των ελληνικών Προγραμμάτων Σπουδών, ΔΕΠΠΣ (curriculum integration ή thematic teaching), και δομούνται με βάση μια ενιαία θεώρηση ολόκληρης βαθμίδας εκπαίδευσης ή κύκλου σπουδών. Η ενιαία αυτή θεώρηση περιλαμβάνει τους εκπαιδευτικούς στόχους, τις διδακτικές μεθόδους, την εκπαιδευτική αξιολόγηση, κ.ά.

Μέσα στους κύριους στόχους της Φυσικής Αγωγής είναι η ενίσχυση της υγείας του μαθητή/τριας, η εκμάθηση κινητικών δεξιοτήτων και πάνω από όλα η απόκτηση θετικών στάσεων για την μετά το σχολείο φυσική του/της ενασχόληση (“δια βίου άσκηση”) κάτι που θα αποτελέσει για αυτόν/ήν ισόβια επένδυση. Βασικό στόχο επίσης, αλλά έμμεσα εμφανή, αποτελεί η κοινωνική ένταξη και ενσωμάτωση του παιδιού μέσα από τον σεβασμό των κανόνων των δραστηριοτήτων της Φ.Α.
[ Πηγή: el.wikipedia.org ]

Επιστημονικές Προσεγγίσεις

Οι αναγνωρισμένες διεθνώς επιστημονικές θέσεις για την αξία του μαθήματος της Φυσικής Αγωγής ως παράγοντα ψυχοσωματικής ανάπτυξης της νεολαίας καθιστούν αναγκαία την αύξηση του χρόνου διδασκαλίας στα σχολικά προγράμματα.

Επιπλέον, η διδασκαλία της Φυσικής Αγωγής στα σχολεία οδηγεί στην απόκτηση μεταβιβάσιμων γνώσεων και δεξιοτήτων, όπως είναι η ομαδικότητα και η ευγενής άμιλλα και καλλιεργεί τον σεβασμό, την ικανότητα των ανθρώπων να γνωρίσουν το σώμα τους, την κοινωνική ευαισθητοποίηση και γενικά την κατανόηση των «κανόνων του παιχνιδιού», στοιχεία τα οποία οι μαθητές εύκολα μπορούν να εφαρμόσουν και σε άλλα σχολικά μαθήματα ή καταστάσεις στη ζωή τους. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δόθηκε μεγάλη σημασία στην προαγωγή της φυσικής δραστηριότητας λόγω των πολλαπλών οφελών της.

Η συνθήκη της Λισαβόνας, που τέθηκε σε ισχύ το 2009, αποτέλεσε τη νομική βάση ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να ζητήσει την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής διάστασης του αθλητισμού και να συμβάλει στην προώθηση των ευρωπαϊκών επιδιώξεων σ’ αυτόν τον χώρο. Ενόψει της χάραξης αυτών των πολιτικών και προκειμένου να καταστεί καλύτερα κατανοητή η θέση της Φυσικής Αγωγής στην Ευρώπη σήμερα, το Δίκτυο Ευρυδίκη εκπόνησε μια έκθεση με τίτλο Φυσική Αγωγή και Σχολικός Αθλητισμός στην Ευρώπη.

Στόχος της έκθεσης είναι να χαρτογραφήσει τη σημερινή θέση της Φυσικής Αγωγής και των αθλητικών δραστηριοτήτων στα σχολεία σε 30 ευρωπαϊκές χώρες. Μπορεί να θεωρηθεί ως μια πρώτη προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εντοπίσει ζητήματα που αποτελούν καίριο μέλημα αλλά και πλεονέκτημα της Φυσικής Αγωγής στα σχολεία της Ευρώπης. Στο παρόν ενημερωτικό έντυπο συνοψίζονται τα κύρια ευρήματα της έκθεσης.

Η Φυσική Αγωγή περιλαμβάνεται σε όλα τα εθνικά αναλυτικά προγράμματα

Το μάθημα της Φυσικής Αγωγής είναι υποχρεωτικό σε όλα τα εξεταζόμενα εθνικά αναλυτικά προγράμματα διδασκαλίας τόσο σε πρωτοβάθμιο όσο και σε κατώτερο δευτεροβάθμιο επίπεδο. Σχεδόν σε όλες τις χώρες, πρωταρχικός στόχος του μαθήματος είναι η ενίσχυση της φυσικής, ατομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των παιδιών. Συχνά δίνεται έμφαση και στην προαγωγή ενός υγιεινού τρόπου ζωής, καθιστώντας την αγωγή σε θέματα υγείας ξεχωριστό υποχρεωτικό μάθημα στην Ιρλανδία, την Κύπρο και τη Φινλανδία.

Τα μαθησιακά αποτελέσματα της Φυσικής Αγωγής έχουν άμεση σχέση με τους κύριους στόχους της. Χώρες όπως η Γερμανία, η Πορτογαλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι σκανδιναβικές χώρες, υιοθετούν μια πολυδύναμη προσέγγιση στα πλαίσια του μαθήματος. Αυτό σημαίνει ότι πτυχές των κοινωνικών και φυσικών επιστημών, για παράδειγμα, ερευνώνται στα πλαίσια της φυσικής αγωγής και αντίθετα, καταδεικνύοντας πόσο αλληλένδετα είναι τα μαθήματα.

Αθλοπαιδιές και γυμναστικές ασκήσεις οι δύο συνηθέστερες υποχρεωτικές δραστηριότητες

Σε πολλές χώρες, οι κεντρικές αρχές περιλαμβάνουν βασικές κινητικές δραστηριότητες, π.χ. περπάτημα, τρέξιμο, άλματα και ρίψεις, στα αναλυτικά προγράμματα διδασκαλίας στα πρώτα χρόνια της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης. Σταδιακά, τα αναλυτικά προγράμματα ενισχύουν αυτές τις βασικές δεξιότητες και διευρύνουν το πεδίο τους καλύπτοντας πιο σύνθετα αθλήματα. Στον ακόλουθο πίνακα καταγράφονται οι πιο συνήθεις υποχρεωτικές δραστηριότητες. Κάποιες χώρες παραχωρούν στα σχολεία την αυτονομία να αποφασίζουν εάν αυτές οι δραστηριότητες θα είναι προαιρετικές ή υποχρεωτικές. Μεταξύ των υποχρεωτικών δραστηριοτήτων Φυσικής Αγωγής στα σχολεία, συνηθέστερες είναι οι αθλοπαιδιές – κυρίως τα παιχνίδια με μπάλα.

Λιγότερος διδακτικός χρόνος για τη Φυσική Αγωγή σε σύγκριση με άλλα μαθήματα

Ο καθορισμένος διδακτικός χρόνος για τη Φυσική Αγωγή ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τη χώρα και την εκπαιδευτική βαθμίδα. Επιπλέον, κάποιες χώρες καθορίζουν τις ελάχιστες διδακτικές ώρες για τη Φυσική Αγωγή σε κεντρικό επίπεδο, ενώ άλλες παρέχουν την ευχέρεια στα σχολεία να αποφασίσουν σχετικά. Για παράδειγμα, κατά το σχολικό έτος 2011/12, ο προτεινόμενος ελάχιστος μέσος διδακτικός χρόνος στο πρωτοβάθμιο επίπεδο κυμαινόταν μεταξύ 37 ωρών στην Ιρλανδία και 108 ωρών στη Γαλλία. Στο δευτεροβάθμιο επίπεδο, ο χρόνος κυμαινόταν από 24 έως 35 ώρες στην Ισπανία, τη Μάλτα και την Τουρκία μέχρι 102 έως 108 ώρες στη Γαλλία και την Αυστρία. Σε γενικές γραμμές, το μερίδιο του προτεινόμενου διδακτικού χρόνου για τη Φυσική Αγωγή είναι μάλλον μικρό σε σύγκριση με άλλα μαθήματα, γεγονός που δηλώνει ότι αυτό το μάθημα είθισται να θεωρείται ήσσονος σημασίας. Η διαφορά είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Στην εν λόγω βαθμίδα, η αναλογία του διδακτικού χρόνου που αφιερώνεται στη Φυσική Αγωγή μετά βίας ισοδυναμεί με τον μισό χρόνο που καθορίζεται για τα μαθηματικά. Συνολικά, δεν καταγράφηκαν μείζονες αλλαγές στον διδακτικό χρόνο της Φυσικής Αγωγής από το σχολικό έτος 2006/07.

Η συμμετοχή σε εξωσχολικές φυσικές και αθλητικές δραστηριότητες είναι διαδεδομένη στην Ευρώπη

Ο σχεδιασμός φυσικών δραστηριοτήτων που προσφέρονται εκτός αναλυτικού προγράμματος και πέραν του χρόνου που καθορίζεται για το σχολείο, π.χ. αγώνες ή δραστηριότητες σχετικές με την υγεία, στοχεύει να καταστήσει τις φυσικές δραστηριότητες περισσότερο προσβάσιμες και ελκυστικές για τους νέους. Κύριος σκοπός τους είναι η διεύρυνση ή συμπλήρωση δραστηριοτήτων που πραγματοποιούνται στη διάρκεια του σχολείου. Οι εξωσχολικές φυσικές δραστηριότητες οργανώνονται σε εθνικό, περιφερειακό, τοπικό και, πολύ συχνά, σχολικό επίπεδο. Οι εξωσχολικές δραστηριότητες προσφέρονται για όλους τους μαθητές, εντούτοις κάποιες στοχεύουν σε παιδιά με αναπηρίες ή ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ορισμένες δραστηριότητες εκτός αναλυτικού προγράμματος πραγματοποιούνται ακόμα και στη διάρκεια της σχολικής ημέρας. Πράγματι, σε κάποιες χώρες, η Φυσική Αγωγή δεν περιορίζεται στα πλαίσια του εν λόγω μαθήματος. Αντίθετα, ενσωματώνεται στη σχολική καθημερινότητα. Για παράδειγμα, σε πολλά σχολεία της Δανίας, οι μαθητές κάνουν «πρωινό τρέξιμο» προτού ξεκινήσουν το σχολείο. Άλλες χώρες χρησιμοποιούν εκτεταμένα σχολικά διαλείμματα για να συμπεριλάβουν φυσικές δραστηριότητες στην αυλή ή στο γυμναστήριο.

Η Φυσική Αγωγή βαθμολογείται όπως και άλλα μαθήματα

Στις περισσότερες χώρες, η πρόοδος των μαθητών στη Φυσική Αγωγή αξιολογείται όπως και σε άλλα μαθήματα. Μόνο μερικές χώρες δεν αξιολογούν τις δεξιότητες των μαθητών στη Φυσική Αγωγή επίσημα. Αυτό ισχύει στη Μάλτα και τη Νορβηγία στο πρωτοβάθμιο και στην Ιρλανδία τόσο στο πρωτοβάθμιο όσο και στο κατώτερο δευτεροβάθμιο επίπεδο. Οι πλείστες ευρωπαϊκές χώρες εκδίδουν σαφείς συστάσεις ως προς τις μεθόδους αξιολόγησης που θα χρησιμοποιηθούν. Μόνο στο Βέλγιο και την Ισλανδία τα εκπαιδευτικά ιδρύματα είναι ελεύθερα να επιλέξουν τις δικές τους μεθόδους αξιολόγησης. Οι περισσότερες χώρες εκδίδουν ενδεικτικό στο τέλος κάθε χρονιάς στο οποίο περιλαμβάνονται τόσο τα αποτελέσματα στο μάθημα της Φυσικής Αγωγής όσο και σε άλλα μαθήματα. Σε ορισμένες χώρες, οι κεντρικές αρχές έχουν καταρτίσει κλίμακες αξιολόγησης, προκειμένου να παρέχουν στους εκπαιδευτικούς εναρμονισμένα μέσα αξιολόγησης του μαθητικού επιτεύγματος στην επικράτεια της χώρας. Αυτές οι κλίμακες, με τη σειρά τους, επιτρέπουν τη σύγκριση των μαθησιακών αποτελεσμάτων σε εθνικό επίπεδο.

Συνήθως εξειδικευμένοι εκπαιδευτικοί διδάσκουν Φυσική Αγωγή

Στις περισσότερες χώρες, η εκπαιδευτική βαθμίδα καθορίζει την απόφαση εάν το μάθημα της Φυσικής Αγωγής θα διδάσκεται από γενικό ή εξειδικευμένο εκπαιδευτικό. Κατά γενικό κανόνα, όσο πιο υψηλό είναι το εκπαιδευτικό επίπεδο τόσο πιθανότερο είναι το μάθημα να διδάσκεται από εξειδικευμένο εκπαιδευτικό. Στο πρωτοβάθμιο επίπεδο, η Φυσική Αγωγή διδάσκεται τόσο από γενικούς όσο και από εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς, ενώ στο κατώτερο δευτεροβάθμιο επίπεδο, οι εκπαιδευτικοί της Φυσικής Αγωγής είθισται να είναι εξειδικευμένοι. Όσον αφορά στα προσόντα που απαιτούνται, γενικά οι εξειδικευμένοι εκπαιδευτικοί στο πρωτοβάθμιο επίπεδο κατέχουν πτυχίο Bachelor’s. Στο δευτεροβάθμιο επίπεδο, ωστόσο, οι εκπαιδευτικοί είτε είναι κάτοχοι πτυχίου Bachelor’s είτε, όπως ισχύει ήδη σε 15 χώρες, είτε είναι κάτοχοι πτυχίου Master’s. Ευκαιρίες συνεχούς επαγγελματικής ανάπτυξης προσφέρονται τόσο στους γενικούς όσο και στους εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς στη διάρκεια του επαγγελματικού τους βίου.

Πηγές: sep4u.gr

              Fa3.gr

              Alfavita.gr

              Retsas Books