
Τάκης Συνετόπουλος.
Μία από τις μεγαλύτερες δόξες
του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Το 1974 στο ιστορικό γήπεδο Μαρακανά και μετά τον αγώνα της Εθνικής μας με την Εθνική Βραζιλίας, υποκλίθηκε ο προπονητής της Βραζιλίας – Μάριο Ζάγκαλο.
Ο «βράχος» της άμυνας του Ολυμπιακού Βόλου, του Ολυμπιακού Πειραιώς και της Εθνικής Ελλάδας αγωνίστηκε 17 φορές με το εθνικό συγκρότημα, κερδίζοντας την αγάπη τόσο των φιλάθλων όσο και των συμπαικτών και αντιπάλων του, όπως λίγοι αθλητές.
Με τη φανέλα του Ολυμπιακού Πειραιώς συμμετείχε σε πολυάριθμους αγώνες πρωταθλήματος, καθώς και σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Ωστόσο, μία από τις πιο ξεχωριστές στιγμές της καριέρας του ήταν η συμμετοχή του στον ιστορικό αγώνα εναντίον της Εθνικής Βραζιλίας στο θρυλικό Μαρακανά.
Ήταν 28 Απριλίου 1974, όταν η Βραζιλία, ως Παγκόσμια Πρωταθλήτρια του 1970, προετοιμαζόταν για το επερχόμενο Μουντιάλ της Δυτικής Γερμανίας, οργανώνοντας φιλικούς αγώνες με ευρωπαϊκές ομάδες, μεταξύ των οποίων και η Εθνική Ελλάδας.
Η ελληνική αποστολή, ύστερα από ένα εξαντλητικό ταξίδι 22 ωρών, έφτασε στο Ρίο ντε Τζανέιρο στις 25 Απριλίου, όπου έτυχε θερμής υποδοχής από την εκεί ελληνική παροικία.
Το θρυλικό Μαρακανά που χωρούσε 200 χιλ. κόσμου σχεδόν γέμισε, με τον Τάκη Συνετόπουλο να επισημαίνει στον ΤΑΧΥΔΡΟΜΟ.
«Σε εκείνο το παιχνίδι ό,τι έκανα έπιανε. Την επόμενη μέρα οι εφημερίδες έγραψαν Βραζιλία – Συνετόπουλος 0-0, σε ένα Μαρακανά με 180 χιλ. κόσμου». Στις δηλώσεις του μετά το τέλος του αγώνα ο τεχνικός των Βραζιλιάνων Μάριο Ζάγκαλο είχε πει ότι: «Η ελληνική ομάδα δεν ήταν αυτή που μας είπαν. Oι παίχτες της είχαν δύναμη και τεχνική και ποδοσφαιριστές όπως ο Δομάζος, ο Συνετόπουλος και ο Ελευθεράκης μπορούν θαυμάσια να παίξουν στη Βραζιλία».
Τότε η Εθνική αγωνίστηκε με την εξής σύνθεση : Οικονομόπουλος (Παναθηναϊκός), Πάλλας (Αρης), Καμπάς (Παναθηναϊκός), Τάκης Συνετόπουλος (Ολυμπιακός), Ιωσηφίδης (ΠΑΟΚ), Ελευθεράκης (Παναθηναϊκός), Δομάζος (Παναθηναϊκός), Σαράφης (ΠΑΟΚ), Τερζανίδης (ΠΑΟΚ), Αντωνιάδης (Παναθηναϊκός) και Δεληκάρης (Ολυμπιακός).
Γεννήθηκε το 1948 στον Βόλο. Ο Τάκης Συνετόπουλος γεννήθηκε στον Βόλο το 1948 και από μικρός έδειξε στις αλάνες το πλούσιο ταλέντο του. Το 1963 σε ηλικία 15 ετών πήγε στον Ολυμπιακό Βόλου και σε ελάχιστο χρονικό διάστημα προωθήθηκε στην πρώτη ομάδα. Μάλιστα πρόλαβε και έπαιξε συμπαίκτης με τον Βασίλη Μποτίνο, πριν αυτός το 1964 πάρει μεταγραφή στον Ολυμπιακό.
Δυνατός και με εξαιρετική φυσική κατάσταση, είχε την ικανότητα να αγωνίζεται με την ίδια επιτυχία σχεδόν σε όλες τις θέσεις της ενδεκάδας.
Ο Ολυμπιακός, έχοντας εύκολη πρόσβαση στον Βόλο και έχοντας αποκτήσει κατά καιρούς από την όμορφη πόλη του Παγασητικού παίκτες όπως οι Κοκκινάκης, Μουστακλής, Τζίνης, Μποτίνος και Ζαντέρογλου, είχε ενημερωθεί και παρακολουθούσε στενά τον νεαρό, πολυσύνθετο μέσο. Έτσι, επιχείρησε να τον αποκτήσει την περίοδο 1965-66. Ωστόσο, η διοίκηση του Ολυμπιακού Βόλου παρέμεινε ανένδοτη, αρνούμενη κάθε συζήτηση για την παραχώρησή του. Ο Τάκης είχε ήδη δώσει τα διαπιστευτήριά του εκείνη τη διετία, αγωνιζόμενος με την Εθνική Νέων και αφήνοντας εξαιρετικές εντυπώσεις.
Το 1969, ο Συνετόπουλος κατατάχθηκε στο Πολεμικό Ναυτικό για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία και εντάχθηκε αμέσως στην Εθνική Ενόπλων, με την οποία κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο του ΣΙΣΜ.
Η μεταγραφή του στον Ολυμπιακό Πειραιώς πραγματοποιήθηκε το 1970, κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας, βάσει ειδικής διάταξης που επέτρεπε τη μετακίνηση στρατευμένων ποδοσφαιριστών για όσο διάστημα διαρκούσε η θητεία τους. Εκείνη την περίοδο, οι μεταγραφές είχαν περιοριστεί με διάταγμα του τότε Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού, Κωνσταντίνου Ασλανίδη.
Ο Συνετόπουλος ήθελε μόνο τον Ολυμπιακό και δεν εξέταζε καμία άλλη πρόταση. Έτσι, οι πιέσεις του Παναθηναϊκού και της ΑΕΚ δεν απέφεραν αποτέλεσμα, με αποτέλεσμα οι δύο ομάδες να στραφούν σε άλλους στόχους—ο Παναθηναϊκός στον Καμπά του Πιερικού και η ΑΕΚ στον Τόσκα των Τρικάλων. Τελικά, το θέμα της διεκδίκησής του έκλεισε χωρίς περαιτέρω διαμάχες, με τον Ολυμπιακό να βγαίνει νικητής.
Ο Τάκης Συνετόπουλος πραγματοποίησε σπουδαία καριέρα με τον Ολυμπιακό Πειραιώς, αποτελώντας βασικό και αναντικατάστατο στέλεχος της ομάδας για εννέα ολόκληρα χρόνια, καθώς και της Εθνικής Ελλάδος, με την οποία αγωνίστηκε 17 φορές μεταξύ 1970 και 1975.
Η φυσική του θέση ήταν αυτή του αμυντικού μέσου, μπροστά από τα σέντερ-μπακ, θέση στην οποία πραγματοποίησε μερικές από τις καλύτερες εμφανίσεις της καριέρας του. Ωστόσο, μπορούσε να καλύψει με την ίδια επιτυχία και τη θέση του λίμπερο στην άμυνα. Παράλληλα, αγωνίστηκε σε όλες τις θέσεις της άμυνας—ως πλάγιος μπακ και στόπερ—ενώ δεν δίστασε να παίξει και ως επιθετικός, όποτε η ομάδα του το απαιτούσε.
Το 1979, επέστρεψε στον Ολυμπιακό Βόλου, την ομάδα από την οποία ξεκίνησε, και έκλεισε την καριέρα του εκεί το 1982.
Ο Συνετόπουλος φόρεσε τη φανέλα του Ολυμπιακού Πειραιώς σε συνολικά 345 αγώνες, εκ των οποίων 170 στο πρωτάθλημα, 72 φιλικούς, 68 διεθνείς φιλικές αναμετρήσεις, 21 στο Κύπελλο Ελλάδος και 14 σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Με τον Ολυμπιακό κατέκτησε τρία πρωταθλήματα και τρία Κύπελλα Ελλάδος, εκ των οποίων δύο νταμπλ.