
Η Κύθνος του παιδικού μυαλού μου, μέσα από τις στιγμές που έζησα και που μπορώ ακόμη να θυμάμαι.
Τι είναι η Κύθνος των παιδικών αναμνήσεων;
Μήπως η εικόνα του λιμανιού στο Μέριχα όταν το καράβι ΙΟΝΙΟ, μετά από περίπου 4 ώρες ταξιδιού έφτανε στον προορισμό του;
Μήπως είναι η αίσθηση της πρώτης βουτιάς στην παραλία στο Σχοινάρι;
Μήπως είναι το προσκύνημα στην εκκλησία της Παναγίας Κανάλας;
Μήπως είναι η αγαπημένη συντροφία του Παππού και της Γιαγιάς;
Μήπως είναι η μισή καλοκαιρινή αγάπη, με την άλλη μισή στην Άνδρο του μπαμπά;
Ας πάρουμε τις φωτογραφίες του μυαλού από την αρχή.
Ή μάλλον καλύτερα να πορευθούμε τη διαδρομή από το τέλος προς την αρχή.
Πριν μερικά χρόνια, το καλοκαίρι του 2005, μοιάζει σαν να ήταν μόλις πέρσι, βρίσκομαι στο νησί ως οικογενειάρχης πλέον.
Στο πισωγύρισμα των σκέψεων μου, αναζητώ και βρίσκω την επόμενη στάση στο νησί, το καλοκαίρι του 1998. Είναι η πρώτη επίσκεψη με τη μητέρα των παιδιών μου.
Πιο πίσω χρονικά, το 1996 ως πλέον «καλός πολίτης», με ένα ταξίδι αστραπή λίγων ημερών και μια μη επιλογή διορισμού στο Λύκειο της Δρυοπίδας.
Αυτή η χρονολογική αναφορά αποτελεί ένα διαφορετικό ταξίδι αναμνήσεων, από την Κύθνο του παιδικού μυαλού μου.
Μία περίοδο κυρίως την δεκαετία του 1970, με φόντο τις στιγμές των καλοκαιρινών διακοπών από το 1973 έως το 1981.
Αφορμή για την καταγραφή των σκέψεων αυτών, πήρα από τις φωτογραφίες και τα βίντεο διαδικτυακών φίλων του σήμερα.
Ανθρώπων που έχουν τη σημερινή Κύθνο δικό τους καλοκαιρινό προορισμό. Σε αυτούς που μου μεταφέρουν με τον τρόπο αυτό το παρόν του νησιού και την αγάπη τους, κάνοντας πιο έντονο το παρελθόν…
Τι είναι η Κύθνος λοιπόν του χθες;
Τι δεν είναι;
Δεν είναι η μαγευτική παραλία της Κολόνας, την οποία επισκέφθηκα για πρώτη φορά το 2005 με έναν δύσβατο χωματόδρομο που παραλίγο να θέσει εκτός λειτουργίας το αυτοκίνητο.
Η παραλία που τότε ήταν ακόμη άγνωστη για πολλούς.
Δεν είναι τα σημερινά Λουτρά με όλη αυτή την μεταμόρφωση.
Τι είναι λοιπόν;
Είναι τα πρώτα βήματα της νηπιακής ηλικίας, το 1971, όταν τα πρώτα απρόσεκτα βήματα έσπρωξαν και έσπασαν τη γλάστρα του Βασάλου στα Λουτρά.
Είναι η παιδική αντίδραση στα υπόλοιπα μεγαλύτερα παιδιά της Δρυοπίδας, ότι παρά τη μικρότερη ηλικίας των 4 ετών μου, μπορώ να είμαι μέλος της παρέας τους.
Είναι η εικόνα του καραβιού στα Λουτρά που αποβιβάζει τον κόσμο με βάρκες στο μικρό μόλο.
Στο μικρό μόλο του ψαροκάικου του Κουταλιά. Του τότε μικρού μόλου χωρίς το σημερινό χώρο ελλιμενισμού των ιστιοπλοϊκών σκαφών.
Των Λουτρών, με το σπίτι κάστρο και τα πράσινα παράθυρα, στην απέναντι πλευρά ως τότε του μοναδικού κτίσματος.
Της πρόσβασης στο Σχοινάρι μέσα από ένα μικρό μονοπάτι, με τη θεόρατη γερμανική σκάλα των μεταλλείων, σκουριασμένο απομεινάρι του πολέμου.
Είναι τα Λουτρά των δύο ενοικιαζόμενων δωματίων. Της μοναδικής ταβέρνας του Βασάλου.
Είναι της Παναγίας Κανάλας το προσκύνημα. Ενός μικρού θαύματος κατά τα λεγόμενα των συγγενών. Όταν προσπαθούσα να φιλήσω την εικόνα και δεν έφτανα, ένα αόρατο χέρι με σήκωσε ψηλά για το προσκύνημα αυτό και μετά, με άφησε απαλά στο έδαφος.